Οι χουρμάδες απ’ τη Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου στα Λεμόνια.
Ήταν αγίνωτοι χουρμάδες που δεν τρωγόταν, αλλά (όπως μας έλεγαν)
είχα μυστικές άγιες δυνάμεις καθώς μας ευλογούσαν και μας έδιναν δύναμη ώστε τον
επερχόμενο Χειμώνα να μην αρρωσταίνουμε. Σχεδόν κάθε χρόνο -μετά από κάνα δυο
μέρες την εορτή του Αγίου Νικολάου- η θεία Μαρίκα έφερνε κάτι σκληρά στρογγυλά
και μακρόστενα φρουτάκια που τα έλεγε: ‘’ευλογία του Αγίου Νικολάου από το νησί’’,
όπου μαζί με δυο φύλλα της χουρμαδιάς σε σχήμα Σταυρού μας τα χτυπούσε ελαφρά στο
κούτελο.
Ήταν μια παράδοση από την Κούλουρη καθώς οι πιστοί ανέβαιναν
σε κάτι επικίνδυνες ξύλινες σκάλες στη μοναδική Χουρμαδιά έξω από το Μοναστήρι
του Αγίου Νικολάου ανήμερα της γιορτής Του και συνέλεγαν άγουρους τους καρπούς της.
Ο απλός λαός μέχρι να εμφανιστούν η πενικιλίνη τη
δεκαετία του 1950 και τα άλλα φαρμακεύτηκα αντιβιοτικά αργότερα, έδινε επί
χιλιάδες χρόνια μεγάλη σημασία στα φυτικά βότανα και ‘’ματζούνια’’ για τις αρρώστιες
και την αρνητική ενέργεια που τους ταλαιπωρούσαν.
Η εκκλησία με την πάροδο των χρόνων έχει εντάξει όλη ετούτη τη βοτανολογική λαϊκή δοξασία στους κόλπους Της και έτσι
έχουμε τα δαφνόφυλλα, τον βασιλικό, το ροζ μαρί και τόσα άλλα φυτά εν είδη
ευλογίας…
Ενώ στην Ιερά μονή του Αγίου Νικολάου στα Λεμόνια της Σαλαμίνας είχαν δώσει τη λατρεία τους στην έξωθεν του περιβόλου του μοναστηριού την Χουρμαδιά!
Οι συλλογή των άγουρων χουρμάδων ανήμερα του Αγίου Νικολάου Λεμονίων Σαλαμίνας.
Αθόρυβα σ΄ αντίθεση με την πεισματική και βουερή ζωή των
πρώτων δεκαετιών της ζωής του, έσβησε πριν περίπου ένα μήνα (27/4/1975), ο
ρεμπέτης Νίκος Μάθεσης.
Έξυπνος και γνήσιος δουλευτής του στίχου άφησε για
κληρονομιά, ένα έργο ενδεικτικό του ψυχισμού, όχι της γενιάς του μόνο, μα –κύρια-
ενός κόσμου, που αν και ιστορικά έχει πια μετουσιωθεί μιλάει ακόμα έντονα σε μας
τους ‘’άλλους’’.
Ο Μάθεσης γεννήθηκε στα 1907 στη Σαλαμίνα. Οι πρόγονοί
του που κράταγαν απ’ το Βυζάντιο, την Ιωνία της Μ. Ασίας κατέφυγαν στη Σαλαμίνα πριν το 1770
και τα Ορλωφικά.
Ο ίδιος συχνά έλεγε πως κράταγε από ‘’γένος μεγάλο’’ .
Πραγματικά ο προπάππους του Γιωργάκης χρημάτισε (δημογέροντας), ενώ ο πατέρας
του Γιώργος ήταν μεγαλέμπορος ιχθύων, στην αγορά του Πειραιά καθώς είχε δυο πάγκους/μαγαζιά.
Πολλοί μάλιστα απ’ την οικογένειά του είχαν σπουδαίες θέσεις στον τόπο τους.
Ο Αναγνώστης Μάθεσης (αδελφός του παππού του Νίκου) που
στην εποχή του Όθωνα ήταν καπετάνιος (το άρθρο γράφει: ‘’σε καράβι μάλλον’’),
και η αλήθεια είναι ό,τι ήταν αγωνιστής
του ιερού αγώνα, έπαιζε καλό μπουζούκι.
Ο Νίκος Μάθεσης επαγγέλονταν τον ψαρά. Στέκι του είχε την
κεντρική αγορά του Πειραιά. Στην κλειστή κοινωνία των ρεμπέτηδων είχε μπει από
μικρός. Ωστόσο στίχους άρχισε να γράφει αργότερα, στα 1930.
‘’Εγώ από πιτσιρίκος ήμουνα λιγάκι ζωηρός. Μπήκα νωρίς
στη πιάτσα… Ήμουνα ντερβισόπαιδο και πάντα ντυμένος στην πέννα’’. Όλοι οι κουτσαβάκηδες
με υπολογίζανε, κι όλοι όσοι καταλάβαιναν από μπουζούκι, όλοι όσοι αναζητούσαν
τη γνησιότητα στη μουσική και τα αισθήματα’’.
Εκεί και στο διάστημα 1920 μέχρι το 1936 (μόλις
επιβλήθηκε η Δικτατορία του Μεταξά, ο Μπάτης, ο Ανέστης, ο Μάρκος, ο Κερομύτης,
ο Στράτος κι ο Παπαϊωάννου έφυγαν για την Θεσσαλονίκη όπου εμφανιζόταν σαν
κομπανία) ζούσαν οι πιο αντιπροσωπευτικοί τύποι των ρεμπέτηδων: στους παραπάνω ας
προσθέσει κανείς τον Σκριβάνο, τον ίδιο τον Μάθεση, τον Χατζηχρήστο, τον Δελιά,
τον Γενίτσαρη κι άλλους που έμειναν παρ΄ όλου το κυνήγημα της ‘’Μπατσαρίας’’. Επίκεντρο όλοι
τους είχαν την συνοικία Καραϊσκάκη.
Ο Μάθεσης που άνηκε στην κατηγορία των λ ό γ η δ ω ν (έτσι
αποκαλούσαν αυτούς που έγραφαν στίχους- λόγια δηλαδή) αν κι όχι με την έννοια
που μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει την Παπαγιαννοπούλου, τον Ρούτσο ή τον
Κολοκοτρώνη, δημιούργησε ένα θρύλο γύρω απ’ τα’ όνομά του.
Μπεσαλής κι αντάμης (βαρύς, σέρτικος άντρας), είχε, όπως όλοι
οι ρεμπέτες τη δικιά του κοσμοθεώρηση. Πιο αυστηρός κι΄ απότομος στην
υπεράσπιση του κουρμπέτικου φιλότιμου όταν (κι αυτό συνέβαινε πολλές φορές)
απ΄τα μέσα ή έξω θίγονταν, έφτασε στον φόνο. Οι παραξενιές, οι ιδιομορφίες κι η
κυκλοθυμικότητα του χαρακτήρα του, έκαναν τον περίγυρό του να του κολλήσει το
παρανόμι ‘’τρελάκιας’’.
Ο μουσικολόγος Μάρκος Δραγούμης, αυτοπρόσωπα γνώρισε τον
Μάθεση και την παρέα του, μου ανέφερε πως όλοι που τον ήξεραν είχαν να
λένεγια την παλληκαριά και την σκληρή
επιμονή του. Συγκεκριμένα όταν ο Μάθεσης έπρεπε να κάνει εγχείρηση, γιατί είχε
καρκίνο του λάρυγγα δεν άφησε με κανένα τρόπο τους γιατρούς να τον υπνώσουν.
Έλεγε: ‘’εμένα τίποτα δεν με φοβίζει’’.
Τέτοιος λοιπόν μα κι άλλος –αμέτρητος κι ίσος από άποψη ‘’ηθική’’
ήταν ο Μάθεσης.
Το τάλαντό του όμως δεν σταμάταγε στους στίχους του, ήταν
καλός ζωγράφος και θαυμάσιος σκιτσογράφος.
Σπάνιο δωρισμένο έργο του Νίκου Μάθεση δωρισμένο σε φίλο στην Σαλαμίνα
Τους πρώτους στίχους του τους μελοποίησαν ο Μίμης Ανδριανός, ο Δημήτρης
Μπαρούσης ή Λορέντζος, ο Στελλάκης Περπινιάδης, και ο Μανώλης Χρυσοφάκης ή Φιστιξής.
Το 1931, ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο στην ΟDΕΟΝ. Εκεί που αργότερα πήγε τον
Βαμβακάρη.
Ο πίνακας τραγουδιών που ακολουθεί ίσως να ‘ναι λειψός (δώρισε
πάρα πολλούς στοίχους σε συνθέτες κι άλλους). Όμως πιστεύω πως περιέχει ένα μεγάλο ποσοστό της προσωπικότητάς
του στοιχουργικού του έργου.
·‘’Ο γεωργός’’, μουσική Μίμης Ανδριανός φωνή Γιώργος
Παπασιδέρης 1931.
·‘’Ο Νίκος ο Τρελάκιας’’, (ζεϊμπέκικο με μουσική Αρτέμη
ή Δελιά το 1933).
·‘’Ο Τρελάκιας’’, επίσης (αντάμικο ζείμπέκικο σε
μουσική και κάποια παραλλαγή από τον Γιω. Μουφλουζέλη 1972)
·‘’Μες του Νικήτα τον τεκέ΄΄, (χασάπικο που
κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1932 –ο Πετρόπουλος αναφέρει πως κυκλοφόρησε το 1931,
πράγμα που είναι λαθεμένο μια κι η πρώτη ηχογράφηση του τραγουδιού του Μάθεση έγινε
το 1932).
·΄΄Σταμάτησε ο τσαμπουκάς’’, (αντάμικο ζεϊμπέκικο).
Βγήκε σε δίσκο το 1932 σε μουσική Πέτρου Κυριακού.
·‘’Αρρώστησα μανούλα μου’’, (ζειμπέκικο με
μουσική Στελλάκη Περπινιάδη).
·‘’Κουλουριώτισσα’’, (χασάπικο με μουσική του Δ.
Μπαρούση - 1935)
·‘’Μπαρμπουτατζής’’ (αργό ζεϊμπέκικος με μουσική Μανώλη
Χρυσοφάκη 1936)
·‘’Η Γάτα’’, (χασάπικο που κυκλοφόρησε το 1936
και 1965)
·‘’Μας κυνηγούν τον αργιλέ’’, (αντάμικο
ζειμπέκικο με μουσική Δημ. Μπαρουσή ή Λορέτζου.
Γράφτηκε το 1935).
·‘’Σου’ χα χαρίσει μια καρδιά’’ (1938, τραγούδι Κωνσταντινίδης - Παπαϊωάννου
), με
μουσική του Γιάννη Παπαϊωάννου. Και 1968 με τον Χρηστάκι που το ακούμε εδώ
·‘’Μαύρα τα βλέπω’’, (χασάπικο του Τσιτσάνη.
Κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1949, αλλ’ αποσύρθηκε λόγω απαγορευτικής διάταξης της ΑΔΧΚΜ).
·‘’Άτιμο
ζάρι που κυλάς’’, (ζεϊμπέκικος μουσική Τσιτσάνη 1950).
·‘’Σε διώξαν απ’ την Κοκκινιά’’, (ζειμπέκικος με
μουσική Τσιτάνη. Κυκλοφόρησε σε δίσκο το 1950)
·‘’Ο νοικοκύρης’’, ζεϊμπέκικο κουλουριώτικο με
μουσική Τσιτσάνη 1950.
Οι ραγιάδες, στην πλειοψηφία τους, ήσαν άνθρωποι
αμόρφωτοι, αγράμματοι γίνονται όμως ανώνυμοι δημοτικοί στιχουργοί καθώς γνωρίζουν
πως με το λόγο εμπνέουν και συμπαρασύρουν κι άλλους Έλληνες στον αγώνα για την
απελευθέρωση με τα ποιητικά τους πονήματα. Έτσι η προφορική ιστορία περνά μέσα από
τα δημοτικά τραγούδια, καθώς ετούτα έχουν το μοναδικό χαρακτηριστικό της
παρότρυνσης για την λευτεριά. Δεν έδιναν μόνο το θάρρος και την ελπίδα, αλλά
απέπνεαν τη σιγουριά ότι ήταν ικανοί και έτοιμοι για να επαναστατήσουν κατά των
δυναστών τους.
Μοναδικός τους στόχος εκείνων των τραγουδιών ήταν να
θρέψουν την ελπίδα και να τονώσουν το εθνικό αίσθημα για την επανάσταση και την
απελευθέρωση από τα δεσμά της σκληρής φορολογίας των μουσουλμάνων.
Στον ορθόδοξο πληθυσμό του ελλαδικού χώρου τα
τραγούδια είναι δημιουργήματα μιας συγκεκριμένης περιόδου της Τουρκοκρατίας,
και πιθανό μετά τον 16ο αιώνα ενώ στα θέματά τους διαφαίνεται το
παιδομάζωμα, η επαναστατική δράση των κλεφτών και των αρματολών.
Στους στίχους εγκωμιάζεται η ζωή, τα κατορθώματα, η νικηφόρα μάχη ή ο ένδοξος
θάνατός τους ενώ μοιρολογούν για το παιδομάζωμα. Μολονότι αναφέρονται σε ιστορικά γεγονότα,
δεν περιλαμβάνουν ακριβή διήγηση, ούτε προσήλωση σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Εδώ
οι ήρωες, σε αντίθεση από τα ακριτικά, δεν έχουν υπερφυσικές ικανότητες και
είναι απλοί θνητοί που μπορούν να επαναστατήσουν απέναντι στην Οθωμανική
αυτοκρατορία.
‘’Παιδομάζωμα’’
Ανάθεμα σε, βρε Πασιά (Βασιλιά), και τρις ανάθεμά σε
με το κακόν οπόκαμες, με το κακό που κάνεις!
Στέλνεις, τραβάς τους γέροντάς, τους πρώτους, τους παπάδες,
να μάσεις παιδομάζωμα, να κάμεις Γιανιτσάρους.
Κλαιν οι μανάδες τα παιδιά, κ’ οι αδερφές τ’ αδέρφια,
κλαίγω κ’ εγώ και καίγομαι κι όσο να ζω θα κλαίγω
πέρσι πήραν το βλάμη (αδερφό) μου, φέτο τον μοναχό (γιό) μου.
‘’Του Μπουκουβάλα’’
Τι νά ναι ο αχός που γίνεται κ' η ταραχή η μεγάλη,
'ς τη μέση 'ς το Κεράσοβο και 'ς τη μεγάλη χώρα;
Ο Μπουκουβάλας πολεμάει με τους Μουσουχουσαίους.
Πέφτουν τα βόλια σα βροχή, και τα βουνά βογγάνε.
Κ' ένα πουλάκι φώναξε ναπό ψηλό κλαράκι.
"Πάψε, Γιάννη μ', τον πόλεμο, πάψε και το τουφέκι,
να κατακάτση ο κουρνιαχτός, να σηκωθή η αντάρα,
να μετρηθή κ' η κλεφτουριά, να μετρηθή τασκέρι."
Μετριούνται οι Τούρκοι τρεις φοραίς και λείπουν πεντακόσιοι,
μετριούνται τα κλεφτόπουλα και λείπουν τρεις λεβένταις.
Οι αντιπροτάσεις που βλέπουμε να αναπτύσσονται στους
διαλόγους των προεπαναστατικών τραγουδιών (όπως των παρακάτω στίχους) είναι
μεταξύ Οθωμανών, πλούσιων κατά φτωχών ή κυρίων κατά δούλων, γαιοκτημόνων κατά
μικροκαλλιεργητών, αρχόντων που συνήθως ήταν δημογέροντες και κατά ραγιάδων.
‘’….Εγώ ραγιάς δε γένομαι, Τούρκους δεν προσκυνάω,
δεν προσκυνώ τους άρχοντες και τους κοτζαμπάσηδες (δημογέροντες),
μον’ καρτερώ την άνοιξη, να ’ρθουν τα χελιδόνια,
να βγουν οι σπάθες (βλάχες) στα βουνά, να βγουν τα γιαταγάνια
(βλαχοπούλες)…’’
‘’Για το νεκρικό
ταξίδι (Πειραιά - Σαλαμίνα), του Αρχιστράτηγου Γεωργίου Καραϊσκάκη’’
‘’…Μαρτυράτε το Φραντζέζοι
πέστε το και σεις Ηγγλέζοι
π(ου) η σωρός του μέσ’ στη σκούνα
την Τουρκιά κι εσάς τρομάζει…’’
‘’Το τραγούδι του Κολοκοτρώνη’’
Σιμά τρώμε και πίνουμε και λιανοτραγουδούμε
δεν κάνουμε κ ένα καλό, καλό για την ψυχή μας:
-κόσμος φκειάνουν τζαμιά, φκειάνουν και μοναστήρια-
Το σουβλάκι, είναι πάνω από κάθε κοινωνική και ταξική
διαφορά. Είναι μια λιχουδιά για κάθε Έλληνα που στηρίζει τις ρίζες του, αλλά
και για κάθε τουρίστα που θέλει να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό, χορταστικό και
αρκετά φθηνό φαγητό.
Το σουβλάκι είναι γνωστό σε εμάς από την εποχή της αρχαίας
Ελλάδας. Τότε το λέγανε ‘’οβελίσκο’’(από τη λέξη οβελός = ξύλινη ή
σιδερένια σούβλα γα ψήσιμο κρέατος στην θράκα). Αναφέρεται τακτικά, όπως στα
ομηρικά έπη με τον Αχιλλέα να ψήνει στη θράκα κομμάτια κρέατος, σε έργα του
Αριστοφάνη, του Ξενοφώντος και του Αριστοτέλη. Στον αρχαίο επίσης γαστρονομικό οδηγό,
το έργο ‘’Δειπνοσοφισταί’’, περιλαμβάνεται η πρώτη συνταγή για το τυλιχτό
σουβλάκι όπου λεγόταν ‘’Κάνδαυλος’’ και περιείχε κομμάτια από κρέας ψητό, τυρί,
πίτα και άνηθο στην άνθραξ, μισοκαμμένα κάρβουνα.
Χρειάστηκε να περάσουν οι χιλιετηρίδες, ίσαμε το 1920 μΧ για
να φάμε με αντιδάνειο πάλι, τυλιχτό σουβλάκι στην Ελλάδα και μάλιστα τη
δεκαετία του 1924 καθώς το σουβλάκι αρχίζει να διαδίδεται σε προσφυγικές
γειτονιές, όπως π.χ. στον Κορυδαλλό, Νίκαια ενώ αμέσως μετά τη Νίκαια με το ‘’Αιγυπτιακόν’’, ανοίγει
ακόμα ένα Αιγυπτιακόν στην Αθήνα, στην οδό Βραχείας 9 (τη σημερινή
Μητροπόλεως), στη γωνία με την πλατεία Μοναστηρακίου. (Το μαγαζί αυτό σήμερα
ανήκει στον Σπύρο Μπαϊρακτάρη.)
Στον Πειραιά γίνεται η επίσημη εμφάνισή του από έναν
Κωνσταντινουπολίτη μετανάστη. Ακολουθώντας, εκείνος όμως την πολίτικη παράδοση
– βέβαια από τα ρωμαϊκά ακόμη χρόνια, μικροπωλητές πωλούσαν στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης
σουβλάκι με πίτα – έφτιαξε λοιπόν στο μαγαζί του το πρώτο τυλιχτό, αρχικά με
κεμπάπ (κομματάκια κρέας σε καλαμάκι), το οποίο εκτός από το κρέας περιλάμβανε
ντομάτα, κρεμμύδι λουσμένο με μαϊντανό, ελάχιστο γιαούρτι με άνηθο και ζεστή
κόκκινη σάλτσα ντομάτας (καυτερή είτε σύνηθες).
Στην πάροδο των ετών όμως πήρε διαφορετική πορεία και το
πιο προβεβλημένο είδος στα ψητοπωλεία έγινε ο Γύρος! Ονομάστηκε έτσι επειδή τα
κομμάτια κρέατος από τα οποία αποτελείται, τοποθετούνται σε μια κατακόρυφη
μεταλλική σούβλα και περιστρέφονται γύρω από τον άξονα τους για να ψηθεί σε
όλες τις μεριές! Ο γύρος αρχικά φτιαχνόταν από κιμά, κάτι που απαγορεύθηκε με
αγορανομική διάταξη του 2005, και οι πλέον διαδεδομένοι είναι: ο Γύρος Χοιρινός
και ο Γύρος Κοτόπουλο είτε Γύρος Αρνιού!
Σαν μερίδα φαγητού είναι μια ολοκληρωμένη διότι εμπεριέχει
όλα τα κλασσικά θρεπτικά συστατικά που συναντάμε στις περισσότερες τροφές
(υδατάνθρακες, πρωτεΐνες, λίπη), βιταμίνες του συμπλέγματος Β (θειαμίνη, νιασίνη,
κυανοκοβαλαμίνη κτλ) μαζί με άλλα ιχνοστοιχεία και μέταλλα.
Μίαν ωφέλιμον και δια την νήσο μας και δια το Β. Ναυτικον
επιχείρησιν έχω να αναγγείλω σήμερον: Ως γνωστόν, οι εν τω Ναυστάθμω
αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, στερούμενοι κέντρου συναθροίσεως ευπρεπούς,
μεταβαίνουσι κατ’ ανάγκην καθ’ εσπέρας εις Πειραιά και Αθήνας, απομακρινόμενοι
του τόπου εργασίας των, εις παν άλλο παρά εις μελέτας και σχετικά προς το
επάγγελμα ασχολούμενοι, εντεύθεν δε, ως εκ της μετά ξένων και μη συναδέλφων (συν)αναστροφής,
αποπίπτοντες του προς την ναυτικήν ιδέαν έρωτος και της προς τον στρατιωτικόν
βίον εξοικειώσεως και ελαττούμενοι εν τη συναδελφική αλληλεγγύη και συνοχή,
ήτις εστίν πρώτιστος όρος της υποστάσεως παντός στρατού, είτε κατά ξηράν είτε
κατά θάλασσαν.
Την έλλειψιν ταύτην κατιδών ευφυής Σαλαμίνιος
επιχειρηματίας, ο κ. Ευκλείδης Μάθεσης, απεφάσισε ν’ ανεγείρη εν Παλουκίοις,
θέσει περί τα δέκα λεπτά απεχούση του Ναυστάθμου, οίκημα ευρύχωρον και
επρόσωπον, κατάλληλον δια δύον ξεχωριστάς λέσχας, μίαν των αξιωματικών και ετέραν
υπαξιωματικών. Θέλει δε πλουτίσει αυτάς με βιβλιοθήκην ναυτικήν ειδικά περιοδικά,
όργανα γυμναστικής, σφαιριστήρια, λουτρώνας, λέμβους δια δημοσίους περιπάτους
κτλ.
Η χρησιμότης του ιδρύματος τούτου τυγχάνει υπεράνω βέβαια
αμφιβολίας και αμφισβητήσεως, ο διευθυντής δε του Ναυστάθμου και ο πλοίαρχος κ.
Μαυρομιχάλης συνεχάρησαν ήδη τον κ. Μάθεσην δια την ευτυχή έμπνευσί του.
Οφείλει όμως και το υπουργείον των Ναυτικών να συντρέξη αυτόν δι΄ων οίδε μέσων,
έτι δε και οι κ. κ. αξιωματικοί και υπαξιωματικοί να ενστερνισθώσι την ιδέαν
και να ενθαρρύνωσιν εκ παντός τρόπου την συμτέλεσιν του τοιούτου έργου……
Από το 1904 έχουνε περάσει εκατόν είκοσι ένα χρόνια από τότε και φυσικά -όπως πάντα- για τα πεπραγμένα της ΟΙΚΟΓΈΝΕΙΑΣ ΜΑΘΕΣΗ, τα σκεπάζει τεχνιώντος η λήθη... συμπατριωτών!
‘’Κατάλογος
συνεισφοράς υπέρ της δημοσίου σχολής της νήσου Σαλαμίνος’’
Αποφασίσθηκε από την Δημογεροντία της Σαλαμίνας, γύρω στα
1828-1829, να κτιστεί η πρώτη Δημόσια Σχολή στη Κούλουρη καθώς τα ελληνόπουλα
θα έπρεπε να μάθουν γράμματα όπως και τα υπόλοιπα παιδιά της Ευρώπης, σε σχολεία και με πολίτες δασκάλους καταρτισμένους.
Ως, γνωστό όμως, χρήματα στο νεοσυσταθέν Ελληνικό κράτος δεν
υπήρχαν.
Έτσι, για άλλη μια φορά καλέστηκαν οι Κουλουριώτες να
βάλουν το χέρι στο πουγκί και να προσφέρουν τον όβολό τους.
Η ΕΘΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΣ (Αριθμ. 44, Έτους Ε’) ΕΝ ΑΙΓΙΝΗ,
ΣΑΒΒΑΤΩ 7 ΙΟΥΝΙΟΥ 1830.
Στη 4η σελίδα της, δημοσίευσε τα ονόματα
και την χρηματική εισφορά των Σαλαμίνιων για την οικοδόμηση δημόσιας σχολής με τον τίτλο: ‘’Κατάλογος
συνεισφοράς υπέρ της δημοσίου σχολής της νήσου Σαλαμίνος’’. Ήταν
επί κυβερνήσεως Καποδίστρια γι αυτό πιθανό και το κτήριο να ονομάστηκε Καποδιστριακό...
Νομίζω, ότι στο σημερινό Αρχαιολογικό Μουσείο (που έχει
επικρατήσει να ονομάζεται το κτήριο σαν: ''Καποδιστριακό Σχολείο'') να προστεθεί
και μία μαρμάρινη πλάκα με τους Σαλαμινίους χρηματοδότες, διότι εάν δεν ήταν τούτων το
φρόνημα ώστε να γίνει η αρχή, δεν θα προχωρούσε τόσο νωρίς για να υπάρξει το δημόσιο σχολείο.
Μονή του Αγίου Νικολάου 500 γρόσια
Μονή της Φανερωμένης200 γρόσια
Χ. Γιάννης Αμπελακίου250>>
ΑντώνιοςΜπιρμπίλης 114>>
Αναγνώστης Μπιρμπίλης93>>
Αναγνώστης Καρνέσης80>>
Αναγνώστης Λάζαρος50>>
ΠανούσηςΛουκάς50>>
Γιάννης Βιένας40>>
Δημητράκης Τσακώνης85>>
Αναγνώστης Παππού50>>
------------
Η κάτωθεν ποσότης1512 γρόσια
Κωνσταντής Σοφράς45 >>
Κόλιας Σοφράς63>>
Μήτρος Μπακογιάννης40>>
Γιάννης Σταμούλης35>>
Αναστάσης Μπόγρης40>>
Θανάσης Λάζαρος50>>
Γιάννης Καπετάνης40>>
Μιχάλης Κριτσίκης30>>
Γεωργάκης Βενετσάνης25>>
Κόλιας Μάθεσης20>>
Γιάννης Μπιρμπίλης25>>
Πανούσης Κορός15 >>
Σπύρος Κορός10>>
Κωνσταντής Ανδριανός20>>
Πέτρος Νάννος25>>
Σιδερής Νάννος20>>
Μιχάλης Πάστρας16>>
Αναγνώστης Παπά Γιάννης18>>
Οικονόμος Παπά Σταμάτης31>>
Σακκελάριος Παπά Πέτρος50>>
Σωτήρης Περδικούρης50>>
Αργυρός Μάθεσης20>>
Παπά Δημήτρης Σαλιάρης41>>
(Ο άνω Ιερέας Παπά Δημήτρης Σαλιάρης, εμφανίζεται αργότερα με το επίθετο Πάλλας και όλοι οι απόγονοί του κατόπι, ήταν Ιερέας του Αγίου Δημητρίου Σαλαμίνας)
Παπά Παναγιώτης Πρωτόπαπας 35 γρόσια
Γιάννης Λουκάς32γρόσια
Μήτρος Ανδρέου35>>
Μιχαήλ Σπαθής22>>
Νικόλαος Μπάρμπας30>>
Αναστάσης Μπουτάρης21>>
Δήμος Λάμπρου Κανάκη42>>
Πάπα Αργυρός Πάντης23>>
Μιχάλης Μαγκούφης15>>
Πανούσης Χ. Αθανάσης24>>
Παπά Σπύρος Παπά Γεωργίου 85 γρόσια
Δημητράκης Φίλης30>>
Γιάννης Ρούσης45>>
Μιχάλης Τσακώνης25>>
Δημητράκης Καρβελάς19>>
Σταμάτης Περδικούρης23>>
Σπύρος Πρωτόπαπας12>>
Γιάννης Λεμπέσης8>>
Μήτρος Κόλια Νίκα21>>
Παναγιώτης Κουδούνας13>>
Αναγνώστης Σοφράς16>>
Δημητράκης Ανούστης19>>
Γιάννης Κριτσίκης42>>
Γιάννης Μάθεσης26>>
Παπά Σιδερής Παλαφούτας20>>
Αναγνώστης Καπετάνης18>>
Από την Κοινότητα365>>
Άγιος Μηνάς281>>
Άγιος Ανδρέας256>>
---------------------
Το όλον Γρ.3844
Το Γρόσι την Καποδιστριακή εποχή, ήταν 1 γρόσι προς 40 παράδες είτε
είκοσι φοίνικες που το 1833 μετονομάστηκαν σε δραχμές.
Τον Ιανουάριο του 1830, επίσης ανακοινώθηκε ότι από 1ης Μαρτίου
1830 τα κατάστιχα των δημοσίων υπηρεσιών θα έπρεπε να τηρούνται σε φοίνικες και
λεπτά.
Οι Κουλουριώτες πατριώτες το 1830, μάζεψαν από το υστέρημα
τους 3.844 γρόσια ή 76.880 φοίνικες/δραχμές. Αρκετό βέβαια χρηματικό ποσό
ώστε να αρχίσουν οι οικοδομικές εργασίες για την Δημόσιο Σχολή τους!
Έχω αναφέρει σε παλαιότερη ανάρτηση, ότι οι δύο θειάδες
μου η Μαρίκα γεννηθείς 1903 και η Ελένη γεννηθείς το 1907 (αδελφές του πατέρα
μου, το γένος Ανδρέου και Άννας Μάθεση), έως και το 1926, περνούσαν μεγάλα
χρονικά διαστήματα στο παππού και τη γιαγιά τους στη Κούλουρη. Στην αρχή σαν κοριτσάκια
και κατόπι σαν κοπέλες που βοήθαγαν πολύ στο σπίτι τη γιαγιά. Έτσι έζησαν
αρκετά από τα έθιμα του νησιού μας.
Συγκεκριμένα δεν θυμάμαι ποια από τις δύο τους μου μίλησε
για το έθιμο του πηλού.
Ο πηλός ένα μελάτου χρώματος χώμα, στα περασμένα χρόνια -μέχρι
και το 1920- ήταν για όλες τις νοικοκυρές της Σαλαμίνας κάτι ανάλογο με το
σαπούνι σήμερα. Με πηλό λουζόντουσαν, έκαναν το μπάνιο τους, με πηλό και με αλισίβα
έπλεναν τα χοντρότερα ρούχα τους κοντά στα πηγάδια.
Η τελετή του εθίμου του μαζέματος του πηλού γινόντανε κάθε Πέμπτη του
Πάσχα στη Κούλουρη κι αυτήν την ημέρα την ονόμαζαν ‘’ΠΗΛΟ’’.
Μια φορά το χρόνο, σχεδόν όλη η πολίχνη της Κούλουρης,
πήγαιναν σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία στο Μαυροβούνι, ώστε να σκάψουν και να
μαζέψουν τον πηλό του χρόνου.
Πρωί, αχάρακτα, πριν ακόμη φέξη η Πέμπτη μετά το Πάσχα, όλος ο πληθυσμός της Κούλουρης από τριάντα
χρονών και κάτω ήτανε όρθιοι και πριν καλά ξημερώσει, ξεκίναγαν με τα ποδιά. Μα
όσα νοικοκυριά είχαν ζώα είτε κάρα κινούσαν με αυτά και πάντα τα στόλιζαν με
κόκκινα χράμια. Κουβαλούσαν κοντά τους πασχαλιάτικα αβγά, κουλούρες του Πάσχα,
κρέας ψημένο την ‘’Τσίτσα’’ με την θεϊκή κουλουριώτικη ρετσίνα. Ήταν όλοι
ντυμένοι με την πιο καλή φορεσιά τους.
Έλεγαν τραγούδια, και πολλά χωρατά στο δρόμο τους για τις
ελάχιστες νοικοκυρές που δεν σηκώθηκαν να πάνε για πηλό ενώ έδιναν ευχές σε
όσες είχαν πάρει το ξινάρι τα καλάθια ή τα ταγάρια που θα έβαζαν τον πηλό.
Εκείνη την ημέρα παρέες – παρέες κίναγαν για να πάνε έξω
από την πολίχνη της Κούλουρης κοντά μια ώρα δρόμο, προς την τοποθεσία της Κατσηβίλα
‘’Κακή Βίγλα’’.
Όπως προείπα σκωπτικά ήταν τα τραγούδια και χωρατά στη
διαδρομή τους, πότε στα καθαρά αρβανίτικα και πότε μπερδεμένα με τα ελληνικά.
Ένα τραγούδι η χωρατό που θυμάμαι έλεγε:
‘’Όσοι πηγαίνουν για πηλό
Να έχουν καλαδεξίματα
Όσοι τεμπελιάζουνε στο σπίτι
Να χουν καλή τη μοιρά
Μηνε ο Χριστός τους αποδεί
Κι άπλυτα τα σκουτίδια’’
Αργότερα επανέλαβαν το ‘’Χριστός Ανέστη’’ και το τραγούδι
του χορού της Λαμπρής.
Ήταν ένα σωστό πανηγύρι όλη την ημέρα ασχολούνταν με την
τελετή του πηλού.
‘’Σήμερα Χριστός Ανέστη
Τρεμ’ ο Ουρανός να πέσει.
Σήμερα τα παλληκάρια
Περπατούν σαν τα λεοντάρια.
Σήμερα και τα κορίτσια
Περπατούν σαν περδικούτσια.’’
Κομμάτια σαν τη χένα ο πηλός του Μαυροβουνίου Σαλαμίνας
Σαν έφταναν πια στο τόπο του πηλού, κοντά στη Κατσηβίλα, έστρωναν
χωριστά οι παρέες σε διάφορα σημεία γύρω απ' ένα σπηλαίωμα κι άρχιζε η κανονική γιορτή αφού απλωνόταν
τα φαγητά και η ρετσίνα πάνω στα κόκκινα χράμια.
Τα πιο δυνατά παλληκάρια έμπαιναν μέσα στη σπηλιά κι
έσπαγαν τον εξωτερικό σκληρό βράχο μέχρι να βρούν τον μαλακό πηλό. Κατόπι
έπιαναν σειρά πια παρέα θα έμπαινε μέσα και ούτο καθεξής μέχρι να γεμίσουν όλα
τα καλάθια και τα τσουβάλια από τον μελόχρωμα μαλακό πηλό. Έτσι έφευγε η ημέρα
κατά το σούρουπο έπαιρναν το δρόμο της επιστροφής με λουλούδια που έκοβαν από τους
αγρούς και στολιζόντουσαν. Μόνο οι λεύτερες μπορούσαν να τα κάνουν στεφάνια για
τα μαλλιά τους.
‘’Έκθεσις των συμβάντων εν
Ελλάδι κατά την άνοιξιν του 1825’’
Ή,
"Το εμπόδιο στους σκοπούς τους: Γεώργιος Καραϊσκάκης"
Μονάχοι οι Έλληνες έκαναν τους ιερούς αγώνες της
παλιγγενεσίας, με ένδοξες, νικηφόρες μάχες κατά του Οθωμανικού ζυγού κι έφεραν
την ελευθερία!
Η Επανάσταση του 1821, εκτός από τις ένδοξες μάχες επώνυμων
και ανώνυμων Ελλήνων αγωνιστών, παρουσιάζει όμως, ένα βαθύ σκοτεινό πολιτικό σκέλος,
το οποίο φυσικά μεταξύ άλλων αφηγείται πολύ πλούσιο παρασκήνιο, το οποίο
γεννήθηκε από την πίεση της οικονομικής ‘’δυσπραγίας’’.
Ήταν 12 Απριλίου του 1823, όταν στη Β' Εθνοσυνέλευση
στο Άστρος Κυνουρίας, αποφασίστηκε η σύναψη εξωτερικού δανείου, η οποία θα
άλλαζε ριζικά την ελληνική ιστορία.
Τελικά στις 2 Ιουνίου 1823, το Εκτελεστικό
εξουσιοδότησε τους Ιωάννη Ορλάνδο, Ανδρέα Ζαΐμη και Ανδρέα Λουριώτη να μεταβούν
στο Λονδίνο για να συνάψουν δάνειο 4.000.000 ισπανικών ταλίρων. Το
ελληνικό παράδοξο βέβαια, εμφανίστηκε με την επιτροπή καθώς δεν είχε χρήματα να
ταξιδέψει, όπου και κάλυψε πάλι με δάνειο ο Λόρδος Βύρων.
Στις 26 Ιανουαρίου 1824, ο Ιωάννης
Ορλάνδος και ο Ανδρέας Λουριώτης έφθασαν στο Λονδίνο και μετά από έντονες
διαπραγματεύσεις, στις οποίες πήραν μέρος και μέλη του Φιλελληνικού Κομιτάτου,
εγκρίθηκε ένα δάνειο 800.000 λιρών με τον οίκο Λόφναν (9 Φεβρουαρίου 1824). Το
δάνειο είχε τόκο 5%, προμήθεια 3%, ασφάλιστρα 1,5% και περίοδο αποπληρωμής 36
χρόνια. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του δανείου τέθηκαν από ελληνικής πλευράς
τα δημόσια κτήματα και όλα τα δημόσια έσοδα. Και τότε ήταν που άρχισαν τα
ευτράπελα.
Το δάνειο αμέσως μειώθηκε αφού το είχε οριστεί στο 59%
του ονομαστικού (472.000 λίρες) και αμέσως μετά αφαιρέθηκαν προμήθειες,
χρεολύσια, η προκαταβολή των τόκων δύο ετών συνολικής αξίας 98.000 λιρών. Ενώ
από τις 800.000 λίρες του δανείου, μόλις 298.000 λίρες φτάνουν εν τέλει στην
Ελλάδα, με την κυβέρνηση Κουντουριώτη να σπαταλά το μεγαλύτερο μέρος του στην
εμφύλια διαμάχη, διαψεύδοντας οικτρά τις αμιδρές ελπίδες που υπήρξαν για μια
-υποτυπώδη έστω- ανάπτυξη.
Κάπως έτσι με τούτα και με εκείνα αλλά και με τα άλλα γίναμε
υποχείρια των ξένων δυνάμεων που χειραγωγώντας μας διαμόρφωσαν την ελληνική
ιστορία.
Ο Giuseppe Pecchio ήταν Ιταλός και τον Μάρτιο του 1825
στάλθηκε στην Ελλάδα από το ‘’Φιλελληνικό’’ Κομιτάτο της Αγγλίας, ώστε να
παρακολουθήσει τη χρήση του δανείου, που είχε δοθεί στην ελληνική διοίκηση.
Επισκέφθηκε τα ελεύθερα μέρη, γνώρισε τους πρωτεργάτες
του Αγώνα (πολιτικούς και στρατιωτικούς), για να συγγράψει, τελικά, το πόρισμά
του υπό τον τίτλο ‘’Έκθεσις των συμβάντων εν Ελλάδι κατά την άνοιξιν του 1825’’,
το οποίο τυπώθηκε -σαν βιβλίο- για πρώτη φορά στα ιταλικά, αμέσως την επόμενη
χρονιά (1826) στο Λουγκάνο.
Ενώ σε πλήρης ελληνική μετάφρασή έγινε επί του Σταμάτιου
Α. Αντωνόπουλου το 1885.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι διαρκούσης του Ελληνικού
ιερού Αγώνος πολλοί ήσαν οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι επεσκέφθησαν την Ελλάδα και
συνέγραψαν ιστορικές αναμνήσεις και εντυπώσεις. Αλλ' ολίγοι είναι εκείνοι οι
οποίοι κατόρθωσαν να δώσουν αμερόληπτον εικόνα, όχι από ιδιοτελείς σκοπούς,
αλλά κυρίως διότι δεν ήσαν σε θέσιν να ψυχολογήσουν καλά τον ελληνικόν λαόν και
επομένως να τον κρίνουν με δικαιοσύνην. Ολίγοι, Άγγλοι οι περισσότεροι,
κατόρθωσαν να δώσουν ακριβείς περιγραφάς. Μεταξύ αυτών πρωτεύουσαν θέσιν
κατέχει ο Ιταλός λόγιος, πιθανό και κατάσκοπος Ιωσήφ Πέκκιο…
Διότι το 1825 αποτελεί ίσως το πιο κρίσιμο έτος για την
Ελληνική Επανάσταση. Ο εμφύλιος πόλεμος έχει μόλις λήξει, ο Κολοκοτρώνης
βρίσκεται στην φυλακή ενώ ο Ανδρούτσος και άλλοι σημαντικοί οπλαρχηγοί είναι
υπό διωγμόν από την Ελληνική Κυβέρνηση. Ο τακτικός στρατός του Ιμπραήμ έχει
αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο, προχωρά από επιτυχία σε επιτυχία, πολιορκεί το
Μεσολόγγι και το Ναβαρίνο και δείχνει ικανός να καταπνίξει την Επανάσταση.
Αν μελετήσουμε παρακάτω τις ερωτήσεις του στρατηγού Ρως
στον Καραϊσκάκη ίσως να καταλάβουμε το πώς ήθελαν/αποζητούσαν οι ξένες δυνάμεις
(αφού βρήκαν ελεύθερη γη από τους αγώνες των Ελλήνων, μέσα στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία) να εισχωρήσουν στη Μεσόγειο. Η έγνοια τους πια ήταν το πώς θα
κάνουν τους Έλληνες καπετάνιους να τους προσκυνήσουν είτε και κάποιους - για
τις ξένες δυνάμεις-, ‘’στενόμυαλους’’ να τους αχρηστεύσουν….
Αναφέρει στα γραπτά του προς τους Άγγλους ο Πέκιος από την
Τρίπολη:
(…) Κατελύσαμε εις στο σπήτι του υπουργού των Εσωτερικών
‘’το οποίον είναι ένα από τα ολίγα τουρκικά σπήτια της Τριπόλεως που έμειναν
άθικτα από την μανίαν και την εκδίκησιν των Ελλήνων (….) Αλλά και η Τρίπολις
αρχίζει πάλιν να κατοικήται και να αναγεννάται(….) Την επομένην επεσκέφθημεν εν
στρατιωτικό σώμα αποτελούμενον από Ρουμελιώτας και Σουλιώτας οι οποίοι,
θυμωθέντες διότι παρημελούντο, δεν ήθελον πλέον να πολεμήσουν υπό τας διαταγάς
του Προέδρου και ητοιμάζοντο να επανέλθουν εις την Στερεάν Ελλάδα. Γράφει ο Πέκιο στην αναφορά του για τον
Γεώργιο Καραϊσκάκη αφού ήταν ο πρώτος που είχαν επισκεφτεί με τον στρατηγό Ρως:
Η πύλη του Άργους
(...) Ηπειρώτης,
γεννημένος στην Άρτα. Κατοικεί σε πολύ ταπεινό σπίτι έξω από την πύλη του
Άργους. Ήταν καθισμένος πάνω σ' ένα χαλί μεγαλόπρεπα ντυμένος και με χρυσά και
αργυρά κεντήματα. Κοντά του, στον τοίχο, ήταν κρεμασμένο το τουφέκι του, γεμάτο
από αργυρά αραβουργήματα. Το δωμάτιο ήταν γεμάτο από στρατιώτες, από τους
οποίους ένα απόσπασμα δεν εγκατέλειπε ποτέ τον αρχηγό του, ακολουθώντας τον
παντού.
Ο Καραϊσκάκης ήταν Κλέφτης στο επάγγελμα, πριν από την
επανάσταση. Είναι μετρίου αναστήματος, με ισχνό πρόσωπο, με την τσαχπινιά ζωγραφισμένη
στη μορφή του, έτοιμος πάντα για ν' απαντήσει.
Ο στρατηγός Ρως δι’ ενός διερμηνέως, έφερε την συζήτησιν
επί διαφόρων πολιτικών ζητημάτων.
Εκείνος με ειρωνικόν ύφος εξέφευγε με πολλήν ευστροφίαν επί των
λεπτοτέρων σημείων.
‘’Ερωτηθείς από τον στρατηγό Ρως, αν ενόμιζε χρήσιμον
όπως η Εθνοσυνέλευσις του προσεχούς Οκτωβρίου επεκτείνη την διάρκειαν της
κυβερνήσεως μέχρι πενταετίας αντί ενός έτους., ο Καραισκάκης απήντησεν ότι ‘’οι
στρατιώται δεν πρέπει να ασχολούνται με τέτοια ζητήματα, διότι δεν έχουν άλλο
καθήκον παρά να υπακούουν’’.
‘’- Επειδή είδατε πρόσθεσε ο στρατηγός κατά την τελευταία
μάχην ότι η πειθαρχία η ευρωπαϊκή νικά
το απλούν θάρρος, δεν είσθε και εσείς της γνώμης ότι θα ήτο χρήσιμον δια την
Ελλάδα να μισθώση εν σώμα τακτικών αμερικανικών στρατευμάτων, δια να αντιτάξη
εις τα τακτικά στρατεύματα του Ιβραίμ πασά;
-Και εγώ πιστεύω ότι θα ήτο ωφέλιμον, απήντησεν ο
τετραπέρατος Κλέφτης (έτσι τον αναφέρει στην έκθεσή του προς τους Άγγλους ο
Πέκιος), αλλά φοβούμε ότι η Ελλάς δεν είναι σε θέσιν να δεχθή και να τα
περιποιηθή όπως είναι συνηθισμένα εις την Ευρώπην.’’
Η ‘’παραγκωνισμένη’’ απ’
τους ιστορικούς Σαλαμίνα του 1821
Από
την ιστορία του Σουρμελή (που όπως αποδεικνύετε, πιστεύει ότι ήταν Αθηναίοι
όσοι σύναψαν το υποσχετικό και το συμφωνητικό παράδοσης της Ακροπόλεως Αθηνών
το 1822). Μα κι απ’ τον αθηναιοδίφη λαογράφο Καμπούρουγλου θα πρέπει να ξεφύγει
επιτέλους η ιστορία της απελευθέρωσης της Ακρόπολης των Αθηνών και να
συνυπολογιστούν τα αδιάσειστα πλέον στοιχεία που μας παρουσιάζει ο Prokesch Osten μαζί με το έργο του Γεωργίου Φίνλευ ‘’The Finlay Papers’’ και μέσα από τούτα τα
πρωτότυπα έγγραφα ώστε να συμπληρωθεί η ιστορία και να λάβει η Σαλαμίνα το
μερίδιό της.
Στο υποσχετικό έγγραφο
της 6ης Ιουνίου του 1822, και στο συμφωνητικό έγγραφο της 9ης Ιουνίου
του 1822, υπάρχουν οι υπογραφές του Σαλαμίνιου καπετάνιου ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΠΙΡΠΙΛΗ κι
έρχεται η ερώτηση, τι χρειάζονταν οι υπογραφές του Σαλαμινίου σε μια υπόθεση
Αθηναϊκή κατά τον Σουρμελή, Παπαρηγόπουλο και λοιπούς ιστορικούς;
Ο Anton Prokesch von Osten ήταν ο πρώτος Αυστριακός πρεσβευτής
στην ελεύθερη Ελλάδα.Στις 29 Ιουλίου
1833, ο Άντον Πρόκες - Όστεν έρχεται στην Ελλάδα. Και μένει σ' αυτήν ως τους
πρώτους μήνες του 1849. Καθώς εδώ μάζεψε αρκετά έγγραφα του ιερού αγώνα, ενώ πρόλαβε
και έγραψε ένα σπουδαίο δίτομο έργο με τίτλο: ‘’Ιστορία Της Επαναστάσεως Των
Ελλήνων Κατά Του Οθωμανικού Κράτους Εν Έτει 1821’’ το οποίο το μετέφρασε στα
ελληνικά, από την Γερμανική γλώσσα, ο Γ. εμ. Αντωνιάδου.
Μελετώντας πριν χρόνια, τη μετάφραση του Αντωνιάδου και
ψάχνοντας έγγραφα για τη Σαλαμίνα και την οικογένεια Μάθεση. Ανακάλυψα δυο ακόμη
πιθανό ξεχασμένους ‘’θησαυρούς’’ για το νησί μας και που θα πρέπει οι ιστορικοί
να μελετήσουν με ιδιαίτερη προσοχή για τη θέση που κατείχε η Σαλαμίνα τον καιρό
εκείνο στα μετερίζια της απελευθέρωσης.
Είναι τα έγγραφα της Συνθήκης για την παράδοσης της
Ακρόπολης των Αθηνών που έκαναν οι Έλληνες πολιορκητές στους πολιορκούμενους
Τούρκους και η γραπτή υπόσχεση. Το Υποσχετικό δια την παράδοση της Ακρόπολης στους
Αθηναίους δίχως να πειραχθούν οι Τούρκοι.
Το υποσχετικό έγγραφο ανέφερε:
Το υποσχετικό έγγραφο τη 6 Ιουνίου 1822
Εκλαμπρότατε Κύριε!
Σας υποσχόμεθα εν λόγω της τιμής μας, δια να εγγυηθήτε
εις τους δύο συμπατριώτας Τούρκους Ιμπραήμ αγά και ΜεΙμέταγα χατζηαγμέταγα, οι
οποίοι, ως πρέσβεις μέλλουν να εύγουν από την Ακρόπολιν μας, ότι έχομεν να τους
διαφυλάξουμεν κατά πάντα αβλαβείς και τοιούτους να τους στείλουμεν πάλιν εις
την ‘ρηθείσανΑκρόπολίν μας.
Διό και υπογραφόμεθα.
Τη 6 Ιουνίου 1822 – Αθήναι
Οι Έφοροι Αθηνών
Ο Ηγούμενος Βρατά (Γαβριήλ)
Χ’’ Παναγή Ζαχαρίτσας
Θ.Λ. (Θωμάς Λογοθέτης)
Σ. Πατούσα
Ιωάννης Π. Βλάχου
Χ’’ Γεωργαντάς Σκουζές
Χ’’ Σπύρος Γκικάκης
Νεόφυτος Πενδελιώτης
Αλέξανδρος Ραυτόπουλους
Διονύσιος Πετράκης
Βουλευταί
Ανδρέας Καλαμογδράρτης
Γερουσιαστής
Καπετανέοι
Παναγής Χτενάς
Χ’’ Αναγνώστης Μενιδιάτης
Συμεών Ζαχαρίτσας
Νικολής Σαρής
Γιάννης Ντάβαρης
Δήμος Σκεβάς
Αναγνώστης Πιρπίλης ΣΑΛΑΜΙΝΙΟΣ
Γιαννάκης Κυργιάκης
Γεωργάκης Λέκας
Η συνθήκη που υπογράφηκε κι από τις δύο πλευρές σε τρεις
ημέρες αργότερα, στις 9/ιουνίου/1822, πάλι ανέφερε:
Το έγγραφο της συνθήκης 9. Ιουνίου 1822, που συντάχτηκε δίγλωσσο Ελληνικά και Αραβικά
ΣΥΝΘΗΚΑΙ, τας οποίας έκαμαν οι υπογεγραμμένοι Επίτροποι
της υπέρτατης Διοικήσεως οί τε Έφοροι των Αθηνών και Καπιτάνιοι με τους εν τη
Ακρόπολει πολιορκημένους Τούρκους, ότε καταπολεμηθέντες ούτοι υπό των Ελλήνων,
και εις εσχάτην ανάγκην ελθόντες, επρεσβεύσαντος περί Συνθηκών.
Κεφ. Αον Οι Τούρκοι να παραδώσωσι τα όπλα των και την
Ακρόπολιν με όλα τα εν αυτή ευρισκόμενα πράγματα άνευ δόλου.
Βον Οι Έλληνες να φυλάξωσι με όλην την δυνατήν επιμέλειαν
την ζωήν των Τούρκων.
ΓονΠάσα φαμίλλια
Τουρκική να λάβη ένα φόρτωμα από τα ρούχα τους, εννοώντας ρούχα του ύπνου και
της αλλαξιάς, δύο τεγγερέδες με τα σκεπάσματά των, δύο σαχάνια με τα σκεπάσματά
τους.
Δοναπό ασημικόν,
μαλαγματικόν, μαργαριτάρι, συμπεριλαμβάνοντας και τα μετρητά και κάθε
τζοβαερικόν όπου ήτον εξ αρχής κτήμα εδικόν των, των Τούρκων, εκτός δηλαδή των όσων ελαφυραγώγησαν από
χριστιανούς, να λάβουν το ήμσυ.
ΕονΌσοι των
Τούρκων θελήσουν αυτοπροαιρέτως να μείνουν εις τας Αθήνας, να τοις συγχωρηθή
ελευθέρα η κατοικία, όσοι δε θελήσωσι να απέλθωσι εις Ασίαν, να τους
εμβαρκαρίζη η διοίκησις εις Ευρωπαϊκά καράβια, οποιασδήποτε σημαίας τύχοι
δίδουσα εις πάσαν φαμίλλιαν το αρκετόν δια το ταξείδιόν των παξιμάδι και τυρί,
πληρώνουσα και των ναύλόν των.
Ταύτα εσυμφωνήθησαν μεταξύ των δύο μερών αμεταβλήτως και
απαραβάτως ηαι ούτως εδόθη το παρόν εις χείρας των Τούρκων, εσφραγισμένον τη
σφραγίδι της Διοικήσεως και υπογεγραμμένων παρά των κάτωθεν.