Στις 27-4-1941, οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα. Ο έλληνας φρούραρχος Καβράκος, του
ζητούσε να πάνε μαζί να τους υποδεχτούν στους Αμπελοκήπους και να τους
παραδώσουν την πόλη. Αρνήθηκε κατηγορηματικά λέγοντας! ‘’΄Εργον
του Αρχιεπισκόπου είναι να ελευθερώνη και όχι να υποδουλώνη’’. Δυο μέρες μετά, ο επίτροπος του
ναού της Μεταμορφώσεως Πλάκας Πλάτων Χατζημιχάλης, του αναγγέλλει τον
σχηματισμό της κυβερνήσεως Τσολάκογλου της οποίας ήταν μέλος, και ζητεί
απο τον Χρύσανθο να τους ορκίσει.
Του απαντά: ‘’Η εθνική κυβέρνησις την οποία ώρκισα, εξακολουθεί να υφίσταται και να συνεχίζη τον πόλεμον. Αλλην κυβέρνησιν δεν δύναμαι να ορκίσω!…’’, προσθέτοντας ότι ‘’σε ύποπτες και αντεθνικές ενέργειες, που θα είναι εθνικώς ολέθριες, δεν μπορεί η εκκλησία να δώσει τον όρκο και την ευλογία της…’’
Του απαντά: ‘’Η εθνική κυβέρνησις την οποία ώρκισα, εξακολουθεί να υφίσταται και να συνεχίζη τον πόλεμον. Αλλην κυβέρνησιν δεν δύναμαι να ορκίσω!…’’, προσθέτοντας ότι ‘’σε ύποπτες και αντεθνικές ενέργειες, που θα είναι εθνικώς ολέθριες, δεν μπορεί η εκκλησία να δώσει τον όρκο και την ευλογία της…’’
Και λίγες ώρες μετά, καθώς έβγαινε από την
Αρχιεπισκοπή για να κηδέψει τον φίλο του Κων. Σπανούδη, δημοσιογράφο στην
Πόλη και πρόεδρο της ΑΕΚ, συναντά τον υπασπιστή του Τσολάκογλου ( ταγματάρχη Δ.
Γαργαρόπουλο) που τον καλεί εκ μέρους του στρατηγού να πάει στην
ορκωμοσία. ‘’Εγώ δεν έρχομαι
να ορκίσω κυβέρνησιν προβληθείσα υπο του εχθρού, τας Κυβερνήσεις ορίζει ο λαός
ή ο Βασιλεύς. Η κυβέρνηση που όρκισα εξακολουθεί να υπάρχη και να δίδη τον
υπέρ της ελευθερίας και του Έθνους αγώνα στην Κρήτη’’. Θαρραλέα στάση τήρησε όταν τον
επισκέφθηκε την επομένη ο γερμανός στρατηγός Στούμ, λέγοντας του: «Προσέξατε
στρατηγέ μου, να μήν τραυματίσητε την υπερηφάνειαν του Ελληνικού Λαού…» Λίγες
μέρες μετά, ο μέγας αυτός ιεράρχης θα παυθεί και τη θέση του θα
πάρει ο από Κορινθίας Δαμασκηνός, με τις ευλογίες του Τσολάκογλου.
Με την εμπλοκή της Ελλάδας στον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος ανέπτυξε έντονη εθνική δράση,
εμψυχώνοντας τον λαό και τον Στρατό της χώρας. Όταν η Ελλάδα έπεσε στα χέρια του Άξονα το 1941, ο Αρχιεπίσκοπος
Χρύσανθος αρνήθηκε να ορκίσει την δωσίλογη κυβέρνηση του Γεωργίου
Τσολάκογλου λέγοντας χαρακτηριστικά: ‘’Δεν μπορώ να ορκίσω Κυβέρνηση προβληθείσα από τον εχθρό, εμείς
γνωρίζουμε ότι τις Κυβερνήσεις τις ορίζει ο λαός ή ο Βασιλεύς.’’ Η τοποθέτηση του Χρύσανθου έναντι της
πρώτης κατοχικής κυβέρνησης ήταν σαφής: αρνείτο να προχωρήσει στην πολιτική
νομιμοποίησή της, παραμένοντας πιστός στην Ελληνική κυβέρνησή
που συνέχιζε την πολεμική
προσπάθεια στην Κρήτη, όσο και στις συμμαχικές δεσμεύσεις της χώρας με τη
Βρετανία. Ο Χρύσανθος είχε προκαλέσει την οργή των Γερμανών για το διάγγελμα
που είχε εκφωνήσει με αφορμή την κήρυξη του πολέμου της Γερμανίας εναντίον
της Ελλάδας. Ο γερμανός καθηγητής του πανεπιστήμιου του Μονάχου Franz
Dölger, εξοργισμένος, ζήτησε εξηγήσεις για το διάγγελμα του Χρύσανθου από τον
Πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών Γεώργιου Σωτηρίου.Για την στάση του
αυτή, στις 2 Ιουνίου του 1941, με Συντακτική Πράξη της κατοχικής
κυβέρνησης, καθαιρέθηκε από το αξίωμά του.
H μεθόδευση της απομάκρυνσής του ενισχυόταν και από τον Δαμασκηνό ο
οποίος ήταν πρόθυμος να παράσχει την συναίνεσή του στο σχηματισμό της κατοχικής
κυβέρνησης κρίνοντάς το ως μέτρο ανάγκης Επίσης η τότε κυβέρνηση
τονίζοντας τον απολυταρχικό χαρακτήρα του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου,
ήθελε να ταυτίσει τον Χρύσανθο με τη μεταξική διακυβέρνηση. Ο Χρύσανθος θα
αντιδράσει χαρακτηρίζοντας την Κυβέρνηση Τσολάκογλου εξίσου
δικτατορική με την προκάτοχό της. Ο κατοχικός υπουργός της Εθνικής Οικονομίας Πλάτων
Χατζημιχάλης, συνδεόταν φιλικά με τον Χρύσανθο και τον θεωρούσε νόμιμο Αρχιεπίσκοπο,
ενώ πίστευε ότι η κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε είχε υπηρεσιακό χαρακτήρα,
επομένως ήταν αναρμόδια για την επίλυση του αρχιεπισκοπικού ζητήματος. Στις 17
Ιουνίου του 1941, η Κυβέρνηση Τσολάκογλου δημοσίευσε
Νομοθετικό Διάταγμα για τη σύγκληση Μέιζωνος Συνόδου που θα αποφάσιζε για το
κύρος της αρχιεπισκοπικής εκλογής του Χρύσανθου και «ουσιαστικά μεθοδευόταν
[...] η επαναφορά του Δαμασκηνού στην ηγεσία της Εκκλησίας».] Η Σύνοδος
θεωρούσε, με απόφασή της ως μη γενόμενη την εκλογή του Χρύσανθου και ανύπαρκτη
την αρχιεπισκοπική του θητεία, ένώ χαρακτηριζόταν ΄΄επιβάτης΄΄ του θρόνου,
δηλαδή παράνομα εβρισκόμενος στην ηγεσία της Ελλάδικής Εκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου