(Απολ. 21b): «Τι μπορεί να εννοεί ο θεός; Τι άραγε υπαινίσσεται; Γνωρίζω πολύ καλά ότι δεν είμαι καθόλου σοφός. Τι εννοεί λέγοντας ότι είμαι ο σοφότερος απ’ όλους; Δεν μπορεί να ψεύδεται: αυτό δεν θα του άρμοζε». Αυτό λοιπόν που ξεκίνησε να αναιρέσει ήταν το προφανές νόημα του χρησμού, η φαινομενική σημασία των λέξεων, και για να βρει την απάντηση στο αίνιγμα του. Η μέθοδός του για τη διερεύνηση της σημασίας του χρησμού ήταν μια ακούραστη ανάκριση Αθηναίων από διάφορα επαγγέλματα, προκειμένου να ανακαλύψει εάν κάποιος απ’ αυτούς ήταν σοφότερος απ’ τον ίδιο. Και εξακολουθούσε την εξέταση αυτή και μετά την ανακάλυψη του διδάγματος του χρησμού, γιατί, έχοντας μάθει ο ίδιος, κατάλαβε πως επιθυμία του θεού Απόλλωνα ήταν ότι όφειλε να το μεταδώσει και στους άλλους. Αυτό του έπαιρνε τόσο πολύ χρόνο, ώστε του απόμενε ελάχιστος για τις δημόσιες ή τις ιδιωτικές του υποθέσεις, «και η υπηρεσία μου τούτη προς τον θεό με έχει φέρει σε μεγάλη φτώχεια.»(23b)
Ακόμη και συστηματικοί φιλόσοφοι, με τις ιδέες τους να διαιωνίζονται καταγραμμένες σε πολύτομα έργα, ερμηνεύονται με ποικίλους τρόπους απ’ τους οπαδούς τους. Τούτο ήταν πολύ πιο βέβαιο ότι θα συνέβαινε με τον Σωκράτη, ο οποίος δίδασκε μόνο προφορικά και επέμενε στο πως το μοναδικό του πλεονέκτημα απέναντι στους άλλους ήταν ότι αυτός είχε συνείδηση της άγνοιάς του. Υπηρέτησε τη φιλοσοφία με τον ίδιο τρόπο που ισχυριζόταν πως υπηρέτησε και τον αθηναϊκό λαό, όντας δηλαδή μια ενοχλητική αλογόμυγα που τον τσίμπαγε και τον εξωθούσε σε καινούργιες δραστηριότητες. Μεγάλο μέρος της επιρροής του δεν οφειλόταν σ’ αυτά που έλεγε, αλλά στη σαγηνευτική προσωπικότητά του και στον υποδειγματικό τρόπο που έζησε και πέθανε. Στην συνέπεια και την εντιμότητα με την οποία ακολουθούσε τη φωνή της συνείδησής του (δαιμόνιο), παρά στο ότι υιοθετούσε κάποια πεποίθηση ή κρατική εντολή, μόνο και μόνο επειδή ήταν γενικά αποδεκτή ή είχε επιβληθεί. Ταυτόχρονα όμως αναγνώριζε ανεπιφύλακτα το δικαίωμα της πόλης, στην οποία όφειλε τους γονείς του, τη μόρφωσή του, την ισόβια προστασία του, να τον μεταχειρίζεται κατά την κρίση της, εάν δεν μπορούσε να την πείσει να κάνη διαφορετικά. Αναπόφευκτα λοιπόν μετά τον θάνατό του, οι πιο ανόμοιοι φιλόσοφοι και σχολές μπορούσαν να ισχυριστούν ότι βαδίζουν στα βήματα του, μολονότι μερικοί τουλάχιστον από αυτούς ίσως να φαίνονται εντελώς αντι-σωκρατικοί στα φιλοσοφικά τους συμπεράσματα. Έχουμε να κάνουμε μένα εμπνευσμένο συζητητή, εξαιρετικά ευφυή και με μοναδική ικανότητα για λογικές διακρίσεις, ο οποίος ήταν προετοιμασμένος να αφιερώσει όλο το χρόνο στην εξέταση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, με την πεποίθηση ότι η ζωή δεν ήταν ένα χάος δίχως νόημα ή το απάνθρωπο παιχνίδι μιας αδιάφορης ανώτερης δύναμης, αλλά ότι είχε μια ορισμένη κατεύθυνση και σκοπό. Επομένως, τίποτε άλλο δεν ήταν πιο σπουδαίο γι’ αυτόν ή για τους άλλους από το να αναρωτιούνται συνεχώς ποιο είναι το καλό για τον άνθρωπο και ποια είναι η αποκλειστικά ανθρώπινη αρετή, με την οποία θα μπορούσαν να κατακτήσουν αυτό το καλό.
Ο Σωκράτης αποδοκίμαζε την ακραία ατομικιστική σχετικοκρατία στην πίστη των σοφιστών, που έλεγε: "πως ορθό για κάποιον ήταν οτιδήποτε θεωρούσε η ίδια ορθό". Οι σκοποί, άρα και τα μέσα, καθορίζονταν εξ αντικειμένου, και μόνο ο ειδήμων μπορούσε να τους επιτύχει, ενώ ο αδαής όχι. Εξ ου και η επιμονή του Σωκράτη να «επαναφέρει τη συζήτηση στον ορισμό». Εκεί όπου ο Σωκράτης πήγε πολύ πιο βαθειά στη θεωρία για τον εαυτό, την ψυχή, (από τις θρησκείες, σοφιστές και λοιπά), ήταν στο ότι διαπίστωσε την ανάγκη γι’ αυτόν τον τυπικό ορισμό που ακόμα και σήμερα δεν μπορεί να ξεπεραστεί διότι είναι η βάση της ανθρώπινης πνευματικής σωστής κοινωνικής λειτουργίας. Στην πραγματικότητα ήξερε πάρα πολύ καλά πως επρόκειτο για αναζήτηση και μελέτη δύσκολη και μακροχρόνια, όπου μπορούσε να κρατήσει μία ολόκληρη ζωή, αλλά θα ήταν μία γεμάτη από αρετές ζωή. Διότι «ή ζωή δίχως έλεγχο είναι ανάξια για τον άνθρωπο»(Απολ.38a). Όχι, δεν ισχυριζόταν πως ήξερε τη γνώση που ταυτιζόταν με την αρετή, αλλά μόνο ότι είχε την ιδέα της επίγνωσης του ορθού τρόπου με τον οποίο αναζητείται. (Τούτο είναι που τον αποκαλύπτει μοναδικό στην παγκόσμια σκέψη, γιατί δεν ξεχωρίζει από το ανθρώπινο σύνολο σαν μονάδα που θα το οδηγήσει στην όποια βιωτή για να χαλιναγώγηση και να διαμορφώσει δουλικά την σκέψη του! Όπως παρατηρούμε δυστυχώς στις κατοπινές θρησκευτικές διαδρομές που δημιουργήθηκαν από τις δικές του αρχές).
Ο Φαίδων είναι ένας διάλογος εμπνευσμένος από τον Σωκράτη αλλά από ορισμένες σημαντικές απόψεις τον υπερβαίνει. Για πολλούς ο ισχυρισμός πως τα σωκρατικά στοιχεία μπορούν να διακριθούν απ’ τα πλατωνικά θα φανεί αλαζονικός, μα το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς είναι να ακολουθήσει την κρίση του και ν’ αφήσει την ετυμηγορία στους άλλους. Έχω ήδη παρουσιάσει ένα διάγραμμα του χαρακτήρα του Σωκράτη, βασισμένο στις πιο αξιόπιστες κατά τη γνώμη μου μαρτυρίες, και σε αυτήν ακριβώς την εντύπωση από την προσωπικότητά ως σύνολο του πρέπει να στραφούμε για να απαντήσουμε τι πίστευε ο Σωκράτης. Η κατεξοχήν αρετή του είναι η σοφία και το φρονείν, ενώ βελτίωση της ψυχής σημαίνει και αλήθεια (Απολ. 29b)
Η λέξη Ψυχή για τον πέμπτο αιώνα σήμαινε ανδρεία και εύψυχος ήταν ο ανδρείος, εκείνος που ζούσε και νοητικά γενναία, ενώ η προσωρινή απώλεια της ψυχής (σημερινή λιποθυμία) σήμαινε και λεγόταν λιποψυχία. Τόσο στην ορφική όσο και στην Ιωνική παράδοση των φυσικών φιλοσόφων, τούτη η ζωική ουσία ήταν ένα τμήμα από τον αέρα ή αιθέρα του περιβάλλοντος, που είχε εγκλειστεί σένα σώμα για να ξαναενωθεί μαζί του. Αν και υλική, αυτή η ουσία ήταν το πνευματικό (θεϊκό )στοιχείο (που έχουν πάρει σήμερα και λένε/γράφουν ότι τους έρθει κάποιοι θρησκευόμενοι συγγραφείς), όπου και μόνο συνδεόταν με την διανοητική ικανότητα , όπως είναι η ψυχή και στον Σοφοκλή, εκεί όπου ο Κρέων λέει ότι μόνο η εξουσία αποκαλύπτει την ψυχή που είναι η σκέψη και ο νους ενός ανθρώπου (Αντιγ. 175-177) «αμήχανον δε παντός ανδρός εκμαθείν ψυχή τε και φρόνημα και γνώμην, πριν αν αρχαίς τε και νόμοισιν εντριβής φανή». Οι οπαδοί του Σωκράτη.
Για να μάθουμε ποιοι ήταν οι κοντινότεροι οπαδοί και συγχρόνως με πάθος φίλοι του Σωκράτη δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα καλύτερο παρά να δούμε όσων ο Πλάτων φροντίζει να αναφέρει ονομαστικά στον Φαίδωνα(59b) λέγοντας ότι βρισκόταν κοντά του τις τελευταίες του ώρες στη φυλακή, ή εκείνων για των οποίων την απουσία αισθάνθηκε την ανάγκη να δώσει μία εξήγηση. Ο Απολλόδωρος, Φαίδων, Κριτόβουλος, Κρίτων, Ερμογένης, Επιγένης, Αισχίνης, Αντισθένης, Κτήσιππος, Μενέξενος, Σιμμίας, Κέβης, Φαιδωνίδης, Ευκλείδης, Τερψίων. Ήταν λοιπόν δεκαπέντε οι οπαδοί του, και κάποιοι από αυτούς είχαν ιδιαίτερη αξία ως προς την επιρροή της φιλοσοφικής σκέψης του Σωκράτη. Δηλαδή πόσο τους είχε επηρεάσει η ξεχωριστή μοναδική άποψη για την ζωή. Μαθητές του πυθαγόρειου Φιλόλαου, υπήρξαν ο Σιμμίας και ο Κέβης που έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στις συζητήσεις του Φαίδωνα για την αθανασία.
Συνεχίζετε….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου